Τετάρτη 15 Δεκεμβρίου 2010

Νιάου νιάου η Αντιγονούλα

Επιδαύρια 1990 "Αντιγόνη" Σοφοκλή
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη υπήρξε μία καταξιωμένη ηθοποιός και πολύ προσφιλής στο λαικό κοινό. Πρωταγωνίστησε σε πολλές ασπρόμαυρες και έγχρωμες ταινίες, κερδίζοντας έτσι την αγάπη του ελληνικού λαού. Ταινίες όπως, η «Αλίκη στο Ναυτικό», η «Μανταλένα», η «Υπολοχαγός Νατάσσα» και άλλες πολλές προσέλκυαν το φανατικό κοινό της Αλίκης, ένα κοινό που αποτελούνταν από ανθρώπους του λαού που στο πρόσωπο της Βουγιουκλάκη έβλεπαν ένα προσφιλές χαρωπό νεαρό ναζιάρικο κορίτσι.
Στα πρώτα της θεατρικά βήματα είχε την τύχη να δουλέψει με τον Αλέξη Σολομό, τον Πέλο Κατσέλη, τον Δημήτρη Μυρατ, τον Μάριο Πλωρίτη, τον Κώστα Μουσούρη, τον Αλέκο Σακελλάριο. Και να μην ξεχνάμε τον Μάνο Χατζιδάκι. Γενικά, η αλήθεια είναι, πως δεν ενδιαφέρθηκε ποτέ (σε αντίθεση με την Καρέζη) να θεωρηθεί «μεγάλη» ηθοποιός, να διαπρέψει σε έργα κλασσικού ρεπερτορίου ή να κερδίσει τον έπαινο των λίγων και εκλεκτών φιλότεχνων αστών. Η δική της έδρα ήταν αλλού. Στη λατρεία του κοινού, που ίσως να ήταν και το μόνο που την γέμιζε πραγματικά και της έδινε όρεξη και δύναμη να συνεχίζει.
Το «ελαφρό θέατρο» της ταίριαζε γάντι, ήταν αυτό που ήξερε να κάνει πραγματικά καλά. Το είχε φέρει στα μέτρα της δημιουργώντας έναν κατάδικό της τρόπο υποκριτικής και ερμηνείας. Εισήγαγε τον προσωπικό της μύθο, στους ρόλους που ερμήνευε κάτι που καμία άλλη ηθοποιός δεν τολμούσε, κλείνοντας ανά τακτά χρονικά διαστήματα το μάτι της στο κοινό και επιστρέφοντας πάντα στο ρόλο της «ανέπαφη».





Η μεγάλη της δημοτικότητα λοιπόν χρησιμοποιήθηκε προκειμένου να μυηθεί το λαικό κοινό σε παραστάσεις αρχαίας τραγωδίας, και να προσελκύσουν κόσμο στα Επιδαύρια, που εκείνη την περίοδο παρακολουθούνταν κυρίως από καλλιτέχνες, κριτικούς, ανθρώπους μορφωμένους και αστικού κοινωνικού επιπέδου.
Η παράσταση που «άνοιξε» τα Επιδαύρια τον Ιούλιο του 1990, αλλά και τους ασκούς του Αιόλου από τους κριτικούς και τον Τύπο, ήταν η Αντιγόνη του Σοφοκλή. Η Αλίκη Βουγιουκλάκη, στον ρόλο της Αντιγόνης πλαισιωνόταν από δύο «γερά χαρτιά». Τον Μίκη Θεωδοράκη ως συνθέτη της Μουσικής και ως σκηνοθέτης υπέγραφε ο Μίνως Βολανάκης (ο οποίος τον προηγούμενο χειμώνα είχε σκηνοθετήσει την Αλίκη Βουγιουκλάκη στη «Σίρλεϊ Βαλεντάιν»). Δίπλα στην Αλίκη, έπαιζαν επίσης και άλλοι καταξιωμένοι ηθοποιοί, όπως ο Πέτρος Φυσσουν στον Ρόλο του Κρέοντα, ο Ηλίας Λογοθέτης ως Τειρεσίας, ενώ στον Χορό των Γερόντων ξεχώρισαν οι : Στέλιος Μάινας, Απόστολος Σοφιανός και Νίκος Σιδέρης. Αξιζει, επίσης να σημειωθεί οτι η πρώτη εμφάνιση της Αλίκης στην Επίδαυρο ως "Λυσιστράτης" είχε γίνει τέσσερα καλοκαίρια πριν, με όχημα το αξιοσέβαστο "Προσκήνιο" του Αλέξη Σολομού.
Δυστυχώς, παρά την απήχηση που είχε το γεγονός στο ευρύ κοινό, καθότι προσφιλής η Αλίκη στα λαικά στρώματα, η παράσταση δεν έχαιρε μεγάλης εκτίμησης από τους κριτικούς τέχνης. «Δεν έχει καμιά δουλειά στην Επίδαυρο», δήλωσε στο «Βήμα» ο Αλέξης Μινωτής. Η ίδια η Αλίκη Βουγιουκλάκη καταλόγιζε «Χολή» στους επικριτές της σε αντίθεση με το κοινό της που, όπως η ίδια δήλωνε, «παραληρούσε
Το πρόγραμμα της πολυσυζητημένης παράστασης (Αρχείο Θεατρικού Μουσείου)
Η Αλίκη Βουγιουκλάκη με τον σκηνοθέτη, Βολανάκη, και τον συνθέτη, Μίκη Θεοδωράκη, της εν λόγω παράστασης

Διανομή Ρόλων της εν λόγω παράστασης

Oι κριτικές όμως που απέσπασε η  παράσταση έγιναν από καταξιωμένους ανθρώπους του θεατρικού χώρου και δε μπορούμε παρά να τις λάβουμε υπόψιν και να τις παραθέσουμε.
Η πρώτη κριτική, με τίτλο «Θανάσιμο άλμα», ήταν από την Ελένη Βαροπούλου στο «Βήμα»:
«Το "πακέτο Αλίκη" αποδείχθηκε στην Επίδαυρο ένα τρομερό καλλιτεχνικό φιάσκο, καθώς η εντυπωσιακή και εισπρακτικά αποδοτική αλχημεία "Βουγιουκλάκη - Βολανάκη - Θεοδωράκη" έδωσε ένα σοβαροφανές, εκφραστικά ετερόκλιτο, κούφιο και βαθιά αδιάφορο θέαμα: μια παράσταση άλλοτε εικονογραφική, μελοδραματική, αισθηματολογική, σε επίπεδο δακρύβρεχτου οικογενειακού δράματος, με κακούς βασιλιάδες και αλύγιστες βασιλοπούλες, άλλοτε μοντερνίζουσα στην όψη, με αναγωγές σε συμβολισμούς και αφαιρετικά σχήματα, κι άλλοτε ηθογραφική, φολκλορική, με ψευτολαογραφικά στοιχεία και με τη Θεοδωρακική μελωδία ως σανίδα σωτηρίας και υπόμνηση της ελληνικότητας». 
Στη «μέση οδό» στάθηκε η κριτική του Βάιου Παγκουρέλη, με τίτλο «Θόρυβος χωρίς αντίκρισμα...», στον «Ελεύθερο Τύπο»:
«Η δημοφιλής πρωταγωνίστρια, μη έχοντας ασκήσει τα τραγικά υποκριτικά της μέσα, καταφεύγει -με τη βοήθεια της σκηνοθεσίας και ολόκληρης της παράστασης- σε δραματικές λύσεις (η "Αντιγόνη", όμως, είναι τραγωδία, δεν είναι δράμα...). Λύσεις που συγκινούν τους θαυμαστές, καθώς μάλιστα δεν φαντάζουν "ψεύτικες" ή "μιμητικές", αλλά και που δεν προωθούν την τέχνη γενικότερα ή το συγκεκριμένο έργο και την παρουσίασή του ειδικότερα»
Άρθρο της Ελένης Βαροπούλου για την εν λόγω παράσταση που δημοσιέυτηκε στο "Βήμα" (8-7-1990) Αρχείο Θεατρικού Μουσείου
Άρθρο του Βαίου Παγκουρέλη για την Βουγιουκλάκη ως Αντιγόνη που δημοσιέυτηκε στον Ελεύθερο Τύπο στις 9-7-1990 (Αρχελιο Θεατρικού Μουσείου)
«Νιάου νιάου η Αντιγονούλα», ήταν ο τίτλος της κριτικής του Θόδωρου Κρητικού στην «Ελευθεροτυπία»: (με αφορμή την θεαματική είσοδο μίας γάτας στη σκηνή του αρχαίου θεάτρου, κατά την διάρκεια του κομμού)
«Ανθρωποι σαν την κ. Βουγιουκλάκη δεν έρχονται στην ορχήστρα ενός θεάτρου με στόχο να υπηρετήσουν το όραμα ενός μέγιστου ποιητή. Ερχονται για να βάλουν τον Σοφοκλή να υπηρετήσει το φανταχτερό όραμα της δικής τους δημόσιας προσωπικότητας, του ειδώλου που συστηματικά καλλιεργούν και προωθούν προς τις μάζες. Ούτε στιγμή δεν θα σταθούν να αναρωτηθούν αν το ερμηνευτικό τους ταλέντο έχει κάτι να προσφέρει στην ποιητική μορφή της Αντιγόνης. Εκείνο που τους αποσχολεί είναι τι μπορεί να προσφέρει η Αντιγόνη σ' αυτούς. Πώς μπορούν να εκμεταλλευτούν ένα φημισμένο κείμενο, ένα επιβλητικό αρχαίο θέατρο και ένα καταξιωμένο φεστιβάλ, για να βελτιώσουν το “image" που πουλούν στο κοινό».
«Αντιγόνη σε πλαστική συσκευασία», ήταν ο τίτλος της κριτικής του Χρήστου Χειμάρα στην «Πρώτη»:
«Ας το πούμε μια και καλή. Η "Αντιγόνη" στην Επίδαυρο μέτρησε τα κύτταρα αντοχής του ήθους μας, την έκπτωση σε βαθμό εκφυλισμού του τραγικού στις μέρες μας, την παραχάραξη μέχρι κοινωνικής παθογένειας των θεατρικών γεγονότων από τους μηχανισμούς προβολής και την εξαθλίωση του καλλιτεχνικού γούστου».
 Η Κατερίνα Δασκαλάκη στη στήλη της με τίτλο «Τραγικά πράγματα» στη «Μεσημβρινή»:
«...γιατί, στον Θεό σας, πρέπει να παίξει και την Αντιγόνη ντε και καλά; Δεν της φτάνει το "δικό της" κοινό; [...] Το "δικό της" κοινό τη θέλει και την αγαπάει εξίσου είτε παίζει την "Εβίτα" είτε τη "Μανταλένα". Με άλλα λόγια, η Αντιγόνη της κ. Βουγιουκλάκη ήθελε να πει στο κοινό αυτό ότι ακριβώς δεν της αρκεί. Γιατί; Είναι το ερώτημα. Αλλά το θέμα δεν ανάγεται στο πεδίο της τέχνης, άπτεται μάλλον της ψυχανάλυσης».
 
Κριτική της "Αντιγόνης" απο την Δηώ Καγγελάρη που δημοσιεύτηκε στο Έθνος 9/7/1990
(Αρχείο Θεατρικού Μουσείου)
Τελικά αποδεικνύεται περίτρανα ότι παρά τους αδιαμφησβήτητα ικανότατους συντελεστές που την πλαισίωναν, στο ποιοτικό θέατρο, και δη στο αρχαίο δράμα , δε χωράνε τσαχπνιές, μπρεχτική αποστασιοποίηση από το ρόλο, ή παράθεση της προσωπικότητας του ηθοποιού σ’αυτόν και σαφώς, η παράσταση δεν μπορεί να αναδείξει την πρωταγωνίστρια, αν η ίδια δεν είναι σε θέση να «μπει» στο πετσί του ρόλου και να αναδείξει κι εκείνη με τη σειρά της την παράσταση.
Σημασία έχει πως η Αλίκη Βουγιουκλάκη χάρη στην "Αντιγόνη" της γνώρισε το "φασισμό σε όλο του το μεγαλείο", όπως η ίδια είπε σε μεταγενέστερη συνέντευξή της. Ακόμη, όμως, κι αν δεν πτοήθηκε, από τα κακά λόγια, δεν συνέχισε με «στροφή» στο ποιοτικό θέατρο, όπως θα περιμέναμε να κάνει μετά την Αντιγόνη. Όπως αναφέρει σε σχετικό άρθρο της η Βένα Γεωργακοπούλου: «Το "Γλυκό πουλί της νιότης", που ακολούθησε αμέσως μετά την «Αντιγόνη», σε σκηνοθεσία Ανδρέα Βουτσινά, αποδείχτηκε απλώς ένα ακόμη διάλειμμα, πόσο μάλλον που η ηρωίδα του Τένεσι Ουίλιαμς τα κατάφερε να μοιάσει απελπιστικά με την Αλίκη Βουγιουκλάκη, που ξανά προς τη δόξα τραβούσε, ανεμίζοντας την ξανθιά της χαίτη και χαμογελώντας τσαχπίνικα. Η "Αντιγόνη" ήταν πια παρελθόν

 


1 σχόλιο:

  1. Καλησπέρα!! Υπάρχει περίπτωση να βρεθεί αρχείο/ βίντεο, από την παράσταση?

    ΑπάντησηΔιαγραφή