Jean Genet (1910 - 1986)
o Jean Genet υπήρξε ένας διακεκριμένος μεν, αμφιλεγόμενος δε, καλλιτέχνης.Κατά τη διάρκεια της ζωής του έχει ασχοληθεί με την λογοτεχνία την δραματουργία την ποιηση αλλά και την πολιτική.
Γεννήθηκε στην Γαλλία στις 19 Δεκεμβρίου του 1910 ως καρπός παράνομου έρωτα, αφού, για την ιστορία, η μητέρα του ήταν μια νεαρή ιερόδουλη που μόλις ο νεαρός Jean έγινε ενός έτους, τον έδωσε για υιοθεσία στην οικογένεια ενός ξυλουργού. Η καινούρια του οικογένεια του φερόταν με στοργή και τον μεγάλωνε με ιδιαίτερη φροντίδα, όμως ο Jean, παρά το γεγονός οτι υπήρξε άριστος μα8ητής στο σχολείο, παρουσίαζε μία γενικής φύσεως παραβατική συμπεριφορά που περιελάμβανε απο τάσεις φυγής εως και μικροκλοπές.
Mετά τον θάνατο της θετής του μητέρας, ο Genet, μετακόμισε το σπίτι ενός ηλικιωμένου ζευγαριού, αν και δε φαινέται να έμεινε μαζί τους παραπάνω απο 2 χρόνια. Κατά τα λεγόμενα της γυναίκας, έβγαινε κρυφά απο το σπίτι τα βράδυα ενώ πολλές φορές της φαινόταν βαμμένος με γυναικείο μεικ-απ.
Μία άλλη φορά ξόδεψε ένα μεγάλο χρηματικό ποσό που δεν του άνηκε, σε μια επίσκεψή του σε ένα πανηγύρι. Γι'αυτό αλλά και για άλλα μικροαδικήματα, στάλθηκε σε ηλικία 15 χρονών, στο αναμορφωτήριο "Mettray Penal Colony " όπου και παρέμεινε για τα επόμενα 3 χρόνια, τα οποία περιγράφει στο αυτοβιογραφικό του διήγημα με τίτλο "The Miracle of The Rose".
Στα 18 του, και αφού αποφυλακίστηκε, εντάχθηκε στην Λεγεώνα των Ξένων, απο την οποία τελικά εκδιώχθηκε με επαίσχυντες, για την εποχή, κατηγορίες συμπεριλαμβανομένων και ομοφυλοφιλικών συνευρέσεων και έπειτα πέρασε μία περίοδο αλητεύοντας στην Ευρώπη και κερδίζοντας τα προς το ζην πουλώντας το κορμί του και διαπράττοντας μικροκλοπές. Την χρονική αυτή περίοδο της ζωής του περιγράφει αργότερα στο "Ημερολόγιο ενός Κλέφτη" (1949).
Το 1939 επέστρεψε στο Παρίσι, όπου μπαινόβγαινε στις φυλακές για κλοπές, πλαστογραφία και άλλα αδικήματα. Στη φυλακή, ο Genet έγραψε το πρώτο του ποίημα "Le condamné à mort" που τύπωσε με δικό του κόστος και το μυθιστόρημα "Our Lady of Flowers"(1944). Κατά την παραμονή του στο Παρίσι, γνωρίστηκε με τον Jean Cocteau ο οποίος εντυπωσιάστηκε απο το γράψιμό του και χρησιμοποιώντας τις γνωριμίες του, συνέβαλε να τυπωθεί το μυθιστόρημα του Genet και στη συνέχεια, με την βοήθεια του Jean Paul Sartre αλλά και του Pablo Picasso έπεισε τον Γάλλο πρόεδρο να ανακαλέσει την θανατική καταδίκη που βάραινε τον Jean Genet. Έπειτα απο αυτό, ο Jean δεν επέστρεψε στη φυλακή ποτέ ξανα.
Μέχρι το 1949 ο Genet είχε γράψει 5 μυθιστορήματα, 3 θεατρικά έργα και αμέτρητα ποιήματα., όμως το ποιόν της μέχρι τότε ζωής του οδήγησε το 1950 στην απαγόρευση κυκλοφορίας της δουλειάς του στις Ηνωμένες Πολιτείες.
Από τα τέλη της δεκαετίας του 1960, ξεκινώντας με ένα αφιέρωμα στον Daniel Cohn-Bendit, μετά τα γεγονότα του Μαΐου 1968, Ζενέ έγινε πολιτικά ενεργός. Συμμετείχε σε διαδηλώσεις εφιστώντας την προσοχή στις συνθήκες διαβίωσης των μεταναστών στη Γαλλία.
Το 1970 η οργάνωση "Μαύροι Πάνθηρες" τον προσκάλεσε στις ΗΠΑ, όπου έμεινε για τρεις μήνες δίνοντας διαλέξεις, ενώ παράλληλα παρακολούθησε την δίκη του ηγέτη τους, Huey Newton, και δημοσίευε άρθρα σε περιοδικά της οργάνωσης.
Αργότερα την ίδια χρονιά πέρασε έξι μήνες σε στρατόπεδα Παλαιστινίων, συναντώντας κρυφά τον Γιασέρ Αραφάτ κοντά στο Αμμάν.
Συνεργάστηκε επίσης με τον Foucault και τον Sartre για να διαμαρτυρηθούν για την αστυνομική βιαιότητα εναντίον των Αλγερινών στο Παρίσι, ένα πρόβλημα που εξακολουθούσε να υπάρχει από την περίοδο της Αλγερινής επανάστασης, όταν ξυλοκοπημένα πτώματα βρέθηκαν να επιπλέουν στο Σηκουάνα.
Τον Σεπτέμβριο του 1982 ο Genet βρέθηκε στη Βηρυτό, όταν οι σφαγές πραγματοποιήθηκαν στα παλαιστινιακά στρατόπεδα της Σάμπρα και Σατίλα. Σε απάντηση, δημοσίευσε το «Quatre heures à Chatila» («τέσσερις ώρες τη Σατίλα»), έναν απολογισμό της επίσκεψής του στη Σατίλα, μετά το γεγονός.
απόσπασμα του κειμένου αυτού απήγγειλε, ύστερα από πρόσκληση του Αυστριακού φιλοσόφου Hans Köchler, στα εγκαίνια της έκθεσης για την σφαγή στην Σατίλα, που διοργάνωνε η Διεθνής Οργάνωση Προόδου της Βιέννης τον Δεκέμβριο του 1983.
Εν τέλει, ο Genet διαγνώστηκε με καρκίνο του φάρυγγα και βρέθηκε νεκρός σε ένα ξενοδοχείο στο Παρίσι στις 15 Απριλίου 1986 και θάφτηκε στο Ισπανικό κοιμητήριο του Larache βόρεια του Μαρόκο.
Οι Δούλες
Ηταν το πρώτο θεατρικο έργο που έγραψε ο Genet κατά παράκληση του Louis Jouvet και τις ανέβασε στο Theatre de l'Athinee του Παρισιού τον Απρίλη του 1947. Οι ηρωίδες του Genet, κι εδώ οπως και στα περισσότερα απο τα έργα του, είναι άνθρωποι χαμηλής κοινωνικής τάξης με ιδιάζουσες και κάποιες φορές διεστραμμένες συμπεριφορές.
Πρωταγωνίστριες του συγκεκριμένου έργου είναι δύο αδερφές, η Σολανζ και η Κλαίρη που ζούν και εργάζονται ως υπηρέτριες σε ένα μεγάλο αστικό σπίτι και τρέφουν βαθύ και άσβεστο μίσος για την κυρία τους. Κάθε βράδυ όταν είναι μόνες τους στο δωμάτιο, ντύνεται πότε η μία και πότε η άλλη με τα ρούχα της κυρίας τους, αναπαριστώντας τις κινήσεις και τη συμπεριφορά της -σε υπερβολικό όμως βαθμό που πολλές φορές απέχει πολύ απο την πραγματικότητα- και μαζί σκηνοθετούν τρόπους δολοφονίας της που δεν τολμούν ποτέ να εκπληρώσουν.
Κατά τη διάρκεια του έργου, βλέπουμε πόσο επηρρεάζεται και παρασύρεται η μία αδελφή από την άλλη αυξάνοντας έτσι την οργή τους και τις δολοφονικές τους διαθέσεις προς την κατα τα φαινόμενα συμπαθέστατη κυρία τους, ενώ το θεαρικού χαρακτήρα "παιχνιδάκι" τους, γίνεται όλο και πιο άγριο, όλο και πιο βίαιο και προσβλητικό. Ο σύζυγος της κυρίας τους δεν εμφανίζεται πουθενά επίσημα στο έργο, και στη συνέχεια αποκαλύπτεται πως η Κλαίρη και η Σολάνζ πλαστογράφησαν αποδείξεις προκειμένου να τον στείλουν στην φυλακή ανώνυμα και ναέχουν το σπίτι ελεύθερο να ασχοληθούν με τον πρωταρχικό στόχο τους: τη δολοφονία της κυρίας τους. Στο τέλος όμως η αλήθεια θα λάμψει και έτσι η Κλαίρη, βασική ένοχος της πλαστογράφησης, πείθει την αδελφή της να φύγει μακριά από το σπίτι, αφού πρώτα την βοηθήσει να αυτοκτονήσει με τον γνωστό θεατρικό τρόπο που σκηνοθετούσαν τις δολοφονίες της Κυρίας τους ως τώρα. Με τη διαφορά οτι σ'αυτή την ύστατη "πράξη" του θεατρικού τους παιχνιδιού, η αυλαία θα κλείσει για τις δυό τους μία για πάντα.
Το έργο παρουσιάζει μεγάλο θεατρικό και δραματουργικό ενδιαφέρον κυρίως λόγω των σκηνών του "παιχνιδιού" τους. ένα "θέατρο εν θεάτρω" όπου οι δύο αδερφές ανταλάσσουν ρόλους, μπερδεύουν τις σκέψεις και τα συναισθήματα, που έχουν η μία για την άλλη, με αυτά της κυρίας τους και προκαλούν έτσι μία σύγχυση συμπεριφορών στην οποία διακρίνεται με δυσκολία η αλληλοσυμπαράσταση τους και η αδελφική τους αγάπη, ενω η οργή και τα συναισθηματικά τους συμπλεγματα βρίσκονται σε πρώτο πλάνο.
Το έγκλημα πίσω από το έργο
Για την συγγραφή αυτού του έργου, ο Genet εμπνέυστηκε από την αληθινή ιστορία των αδερφών Christine και Lea Papin, δύο Γαλλίδων υπηρετριών που δολοφόνησαν την κυρία τους και την κόρη της στην Γαλλία τον Φλεβάρη του 1933.
Από το 1926, οι αδερφές Papin ζούσαν και εργάζονταν στην οικογένεια του συνταξιούχου δικηγόρου Rene Lancelin μαζί με την γυναίκα του και την ενήλικη κόρη του που ζούσε μαζί τους.
Oι δύο υπηρέτριες ήταν σχετικά νέες γυναίκες που όμως ήταν διαρκώς πολύ σιωπηλές ενω φαίνονταν παραιτημένες απο τη ζωή και δεν έδειχναν να έχουν κανένα ενδιαφέρον παρά μόνο η μία την άλλη.
Στις 2 Φεβρουαρίου του 1933 o κύριος Lancelin υποτίθεται οτι θα συναντούσε την γυναίκα και την κόρη του για δείπνο στο σπίτι ενός φίλου. όταν εκείνες δεν εμφανίστηκαν, ανησύχησε και πήγε σπίτι να τις αναζητήσει. Εκεί βρήκε τις πόρτες κλειδωμένες απο μέσα, ενώ είδε φως στο δωμάτιο υπηρεσίας.Ενημέρωσε αμέσως την αστυνομία και εισέβαλαν σπίτι σκαρφαλώνοντας απο τον πίσω τοίχο του σπιτιού.
Εκεί βρήκαν τα πτώματα της γυναίκας και της κόρης του Lancelin χτυπημένα σε βαθμό που καθιστούσε σχεδόν αδύνατη την άμεση αναγνωρισή τους, ενώ το δεξί μάτι της κόρης του βρισκόταν στο πάτωμα δίπλα στο πτώμα της. Τα ματια της συζύγου του είχαν βγεί απο τις κοχες τους και βρέθηκαν ανάμεσα στις πτυχές του μαντηλιού που φορούσε. Οι δύο υπηρέτριες βρέθηκαν στον πάνω όροφο γυμνές στο κρεβάτι τους. Ομολόγησαν αμέσως τους φόνους, ενώ τα όπλα του εγκλήματος που φαίνεται να ήταν ένα κουζινομάχαιρο, ενα σφυρι και ένα κουζινικό σκεύος απο κασσίτερο βρέθηκαν παρατημένα στην σκάλα
Οι δυο γυναίκες κλείστηκαν σε χωριστές φυλακές όμως η Christine παρουσίασε συμπτώματα κατάθλιψης και τάσεις αυτοκτονίας επειδή δε μπορούσε να δει την Lea. έτσι οι αρχές τις επέτρεψαν να βρεθούν ξανά, παρακολουθώντας μια ανατριχιαστική συναντησή τους που πρόδιδε μια βαθύτερη, σεξουαλική ίσως, μεταξύ τους σχέση.
Τον Ιούλιο του 1933, η Christine παρουσίασε τάσεις αυτοκτονίας ενω προσπάθησε να βγάλει μόνη της τα μάτια της, αναγκάζοντας έτσι τις αρχές να την περιορίσουν σε ζουρλομανδύα. αργότερα ομολόγησαν ότι μία παρόμοια κρίση της στο παρελθόν ήταν που οδήγησε στον αποτρόπαιο φόνο των εργοδοτριών τους.
Μετα από πολλές έρευνες, κατά τη διάρκεια της δίκης, φάνηκε ότι η Christine ήταν αρκετά έξυπνη και είχε τόσο ισχυρή προσωπικότητα που, η χαμηλότερης νοημοσύνης Lea, σχεδόν εξαφανιζόταν μέσα σ'αυτήν. Επίσης το ιστορικό της οικογένειας των αδελφών Papin πρόδιδε σοβαρές ψυχιατρικές διαταραχές, ενώ ο πατέρας τους φαίνεται πως στο παρελθόν είχε βιάσει την Emilia, την 3η αδερφή Papin που ζούσε εσώκλειστη σε μοναστήρι.
Παρα τα ελαφρυντικά τους, οι δύο γυναίκες κρίθηκαν ένοχες για τους φόνους. Η Christine καταδικάστηκε στην εσχάτη των ποινών, ενώ η Lea με το ελαφρυντικο οτι λειτουργούσε ως έρμαιο της αδερφής της, καταδικαστηκε σε 10 χρόνια φυλάκιση.
Η θανατική καταδίκη της Christine, αργότερα μετατράπηκε σε ισόβεια κάθειρξη, ενώ η ποινή της Lea μειώθηκε στα 8 χρόνια λόγω καλής διαγωγής.
Η Christine πέθανε στην φυλακή απο ασιτία το 1937, επειδή αρνουνταν να φάει με την πρόφαση ότι είχε στερηθεί την αδελφή της Lea.
η τελευταια αποφυλακίστηκε το 1941 και δούλευε ως υπηρέτρια σε ξενοδοχείο, χρησιμοποιώντας ψεύτικο όνομα, μέχρι το 1982 που πέθανε.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου